Friday, January 22, 2010

Προτάσεις για μια ανθρώπινη Θεσσαλονίκη



Τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και πιο φανερή η εγκατάλειψη της Θεσσαλονίκης στον αυτόματο πιλότο της κυβερνητικής αδιαφορίας. Φυσικά και δε φταίει το αθηνοκεντρικό κράτος. Περιτριγυρισμένη η πόλη από τις νεοφιλελεύθερες επιλογές του Δημάρχου και τις λαϊκίστικες επικοινωνιακές τακτικές του Νομάρχη της, έμεινε πίσω, έχασε ό,τι το ιδιαίτερο είχε, άφησε να φύγουν οι ευκαιρίες ανάδειξής της σε πόλη με κοινωνικό προφίλ. Η πόλη των χιλιάδων μεταναστών και παλιννοστούντων κατάντησε ένα κοινωνικό ερείπιο με ρατσιστικές προεκτάσεις και μισαλλόδοξες αριστερές δογματικές εκφάνσεις στο όνομα της προόδου, στο όνομα του έθνους.
Δυστυχώς, οι αυτοδιοικητικές διοικήσεις σπάνια στέκονται στο ύψος των περιστάσεων και ακόμα σπανιότερο τολμούν να αγγίξουν το πρόβλημα της πόλης συλλογικά. Οι αιρετές θέσεις έχουν μετατραπεί σε εξαρτημένη κομματική εξυπηρέτηση με ανταλλάγματα από την κεντρική διοίκηση για να κρατάει μειωμένες τις αντιδράσεις. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση όμως δεν μπορεί να κινείται στο πλαίσιο των κομματικών επιρροών ούτε να συμμετέχει στην αποκλειστικά τοπική διεκδίκηση. Οφείλει να δει την πόλη, το πολεοδομικό συγκρότημα, συνολικά.
Η Μητροπολιτική ενοποίηση είναι πια μια αναγκαιότητα. Τα χρόνια προβλήματα της πόλης απαιτούν δραστικές λύσεις που μόνο μέσα από μία κεντρικά σχεδιασμένη πολιτική μπορούν να επιλυθούν, μόνο μέσα από την άσκηση συντονισμένων πολιτικών και στρατηγικά σχεδιασμένων μπορούν να αναδείξουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής της πόλης, κάνοντάς την τελικά ανθρώπινη.

Το κυκλοφοριακό πρόβλημα και η μόλυνση της ατμόσφαιρας συνδέονται άμεσα μεταξύ τους. Τομέτρο είναι το πρώτο βήμα. Είναι όμως αναγκαίο να μη μείνει η πόλη μόνο στον υπόγειο σιδηρόδρομο. Χρειάζεται μέσα μαζικής μεταφοράς σταθερής τροχιάς που να συνδέουν τις γειτονιές ακτινωτά προς τους σταθμούς του μετρό, χρειάζεται μέσα μεταφοράς φιλικά προς το περιβάλλον παροπλίζοντας όλο τον υπάρχοντα ρυπογόνο στόλο του ΟΑΣΘ. Και φυσικά το συγκοινωνιακό δεν μπορεί να λυθεί να λυθεί με αφορισμούς ούτε με αστυνομικές παρεμβάσεις. Αποτελεί επιτακτική ανάγκη να φύγουν τα βαριά οχήματα τροφοδοσίας από τις εμπορικές οδούς (τροφοδοσία καταστημάτων μόνο τις πρώτες μεταμεσονύχτιες ώρες), να επεκταθούν οι λεωφοριολωρίδες σε όλες τις οδικές αρτηρίες χωρίς να υποκύπτουμε στις οικονομικές κοντόφθαλμες απαιτήσεις συντεχνιών (αύξηση κομίστρων ταξί, που τελικά θα αυξήσουν την κίνηση στην πόλη και θα μειώσουν το επιβατικό τους κοινό). Το κυκλοφοριακό συνδέεται με ανισόπεδους κόμβους στην περιφερειακή οδό, με τη δημιουργία μιας νέας εξωτερικής περιφερειακής, με την κατασκευή προαστιακής σιδηροδρομικής τροχιάς που θα φτάνει μέχρι τους αγροτικούς οικισμούς του νομού και τη Χαλκιδική.
Δίπλα βέβαια στα συγκοινωνιακά προβλήματα τίθενται και τα προβλήματα της διαχείρισης των αστικών απορριμμάτων και η αναγκαιότητα επενδύσεων στην ανακύκλωση και την εκμετάλλευσή τους και της ενεργειακής σπατάλης. Είναι αναγκαίο να γίνει βίωμα σε κάθε πολίτη η εναλλακτική χρήση των απορριμμάτων και να δοθεί από την Κεντρική Διοίκηση μία διέξοδος στη διαχείρισή τους (πράσινα προγράμματα για επέκταση σε κάθε πολυκατοικία των κάδων ανακύκλωσης, για πλήρη αξιοποίηση των αποβλήτων κλπ).
Και δίπλα σε αυτά φυσικά τίθεται ακόμη μία φορά το ζήτημα των ελεύθερων χώρων και κυρίως των ανενεργών στρατοπέδων της πόλης. Οι μόνοι χώροι που μπορούν να συμβάλλουν και αναπτυξιακάκοινωνικά (υγεία, απασχόληση, διέξοδοι στη νέα γενιά, αναψυχή, πολιτισμός κλπ). Και φυσικά δεν μπορεί να γίνει λόγος για νέα εμπορικά κέντρα που σε τελική ανάλυση θα μαραζώσουν κι άλλο το μικρομεσαίο εμπόριο της πόλης, αλλά για επέκταση των χώρων πρασίνου. Φυσικό πράσινο όμως δεν είναι τα αποσπασματικά πάρκα με χλοοτάπητα που καθίστανται αναγκαία για τη βιτρίνα και την επικοινωνιακή τακτική ούτε τα λίγα δέντρα που χάνονται μέσα στο μπετόν και το καυσαέριο. Το πράσινο στην πόλη δεν μπορεί παρά να είναι σε ενιαίο κι αδιάκοπο από οδικά συμπλέγματα χώρο, σε χώρους όπου μόνο του ανεμπόδιστα μπορεί να αναπτυχθεί. Και τα ανενεργά στρατόπεδα (μέσα από την προσέλκυση τουριστών και την ανάπτυξη επιχειρηματικών υποδομών μικρής εμβέλειας με κοινωνική ευαισθησία μέσα και γύρω από αυτούς) και (Παύλου Μελά, Καρατάσιου κλπ) πρέπει κάποτε να αποδοθούν στις τοπικές κοινωνίες.
Την ίδια στιγμή οφείλουμε να επιδείξουμε σεβασμό στο αρχιτεκτονικό παρελθόν και να αξιοποιήσουμε το αστικό τοπίο και τα αστικά κενά προς όφελος της τοπικής κοινότητας. Παραδείγματα σαν αυτό της Μονής Λαζαριστών αποδεικνύουν ότι οι αναπαλαιώσεις ιστορικών κτιρίων μπορούν να λειτουργήσουν αναπτυξιακά για τη γύρω περιοχή και να ενισχύσουν τις δράσεις που θα φιλοξενούν. Σε μία τέτοια προοπτική μπορούν να αξιοποιηθούν είτε για πολιτιστικές δράσεις (μουσείο στο πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά, έδρα πολιτιστικών συλλόγων). Τα μνημεία της ιστορίας δε μπορούν να μένουν χωρίς συντήρηση στο έλεος του χρόνου και οδηγούμενα στην κατάρρευση. Και τέτοια κτίρια η Θεσσαλονίκη έχει πολλά (Μονή Καλογραιών, μουσουλμανικό τέμενος στο πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά και άλλα 7 γειτονικά διατηρητέα κλπ).
Και φυσικά η πόλη δεν ταλανίζεται μόνο από τα γνωστά αστικά προβλήματα, αλλά και την ανύπαρκτη κοινωνική πολιτική. Η νεοφιλελεύθερη προσέγγιση των συντηρητικών διοικήσεων έχει εγκαταλείψει κάθε σχεδιασμό για την ανάπτυξη της πόλης και την κοινωνική της συνοχή. Χωρίς προοπτικές, χωρίς στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης και αξιοποίηση των δομών της πόλης δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για οικονομική ανάταση. Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο (εκπαίδευση ανέργων, δια βίου παιδεία, στήριξη της τεχνικής εκπαίδευσης), και στην έρευνα. Έχει ανάγκη την κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών και την ανάδειξη των δικών τους πολιτισμικών χαρακτηριστικών χωρίς εθνικιστικές εξάρσεις, χωρίς μισαλλόδοξες κορώνες.
Παράλληλα, χρειάζονται αυτοδιοικητικές παρεμβάσεις στην εκπαίδευση διαμορφώνοντας μια κοινωνική παιδεία. Η Θεσσαλονίκη πρέπει επιτέλους να σταθεί στο πλευρό μιας δυναμικής νέας γενιάς που εμφανίζεται όλο και συχνότερα στο προσκήνιο απαιτώντας λόγο για το παρόν και το μέλλον της. Εξάλλου, το ίδιο αυτό το ενδιαφέρον και η ενσωμάτωση των νέων στον κοινωνικό και πολιτικό βίο μπορεί να λειτουργήσει σαν μέσο πρόληψης κάθε αντικοινωνικής παραβατικής συμπεριφοράς.
Οι επενδύσεις για την καλλιέργεια του ερασιτεχνικού και του λαϊκού πολιτισμού, για τον ερασιτεχνικό αθλητισμό και την επέκτασή τους σε όλες τις κοινωνικές τάξεις, σε όλες τις γειτονιές καθίστανται πιο αναγκαίες από ποτέ. Πολιτισμός δεν είναι οι εκδηλώσεις των επωνύμων που στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερη επικοινωνιακής τακτικής έχουν γίνει κανόνας στην πόλη μας. Ο πολιτισμός και ο αθλητισμός από μόνα τους λειτουργούν προληπτικά ενσωματώνοντας στον κοινωνικό ιστό και δίνοντας ευκαιρίες δημιουργικής απασχόλησης σε μετανάστες, σε νέους, στις γυναίκες και τους γέροντες.
Η άσκηση κοινωνικής πολιτικής δεν μπορεί να επαφίεται στον πατριωτισμό των δημοτικών αρχών. Χρειάζεται μητροπολιτικός συντονισμός και ένα σχέδιο κοινωνικών παρεμβάσεων για τη στήριξη των επιχειρήσεων, για τη δημιουργία προϋποθέσεων για νέες επενδύσεις με τελικό στόχο την απασχόληση, την καταπολέμηση της φτώχειας και την κοινωνική συνοχή. Είναι αναγκαίο το ίδιο το κράτος, ως κεντρικός συντονιστής, να κατευθύνει τις δημοτικές αρχές προασπίζοντας τελικά την υγεία των κατοίκων.
Και φυσικά η κοινωνική συνοχή σχετίζεται άμεσα με τη διαφάνεια στην άσκηση πολιτικής και κυρίως στη συμμετοχή των πολιτών στις όποιες αποφάσεις. Λαϊκές και τοπικές συνελεύσεις, αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών για τη διαφάνεια, την ενημέρωση και την ψυχαγωγία των πολιτών (με διαδικτυακό ραδιόφωνο και τηλεόραση) πρέπει να θεσμοθετηθούν και να επιβληθούν νομοθετικά ενισχύοντας όμως παράλληλα και οικονομικά τους ΟΤΑ -ή τον μητροπολιτικό.

chldimos

Ypoloipo