Κάθε γενιά, πρέπει να είναι καλύτερη από την προηγούμενη. Αυτό είναι ένα θεμελιώδες αξίωμα το οποίο οφείλει να υπηρετεί μια κοινωνία σε διαρκή δράση και αναζήτηση της προόδου, πρόθυμη να μην αυτοπαγιδευτεί στην πρόκληση-στοίχημα που τη συνοδεύει ως γονίδιο πεπρωμένου, αλλά να γράψει από την αρχή την Ιστορία. Όπως την αντιλαμβάνεται και τη βιώνει. Όχι όπως την προσέγγισαν και την αποτύπωσαν οι νικητές και οι… αυλικοί τους.
Η Ελλάδα του 2010, η Ελλάδα της δεκαετίας που θα ξεκινήσει σε μερικές ημέρες, είναι μια χώρα σε βαθιά κρίση. Οικονομική, ηθική, κοινωνική. Κρίση προσανατολισμού, κρίση στοχοπροσήλωσης. Η Ελλάδα του ΔΝΤ, του κ. Στρος-Καν και του κ. Τόμσεν, είναι μια Ελλάδα που κινδυνεύει να χάσει γενιές. Εξαιτίας, μιας άλλης γενιάς, η οποία έμελλε να τραβήξει χειρόφρενο στη φυσική εξέλιξη της κοινωνίας: Να μην επιτρέψει στις γενιές που ακολουθούν, να γίνουν καλύτερες από εκείνη. Η γενιά αυτή, είναι η… χιλιοτραγουδισμένη Γενιά του Πολυτεχνείου. Η γενιά που… εξαργύρωσε τη θυσία και τα ιδανικά του Πολιυτεχνείου, με τίτλους, αξιώματα και πλούτο.
Δηλαδή, μια γενιά που είχε ένα ιδεώδες να υπηρετήσει, και κατάφερε να το μετατρέψει σε άσυλο συσσωρευμένης ανεπάρκειας: Να πυρπολήσουμε την Αθήνα, να κάψουμε, να καταστρέψουμε. Να παραλύσουμε την οικονομία. Να σκορπίσουμε τον φόβο. Ίσως για να καλύψουμε… τον δικό μας φόβο. Να καταργήσουμε τον διάλογο ανάμεσα στη Δημοκρατία και το μέλλον. Οι φωνές, ιδίως οι ακραίες, είναι πάντα περισσότερο εύγλωττες. Και πιο βολικές, από το να κουραστείς να αρθρώνεις επιχείρημα. Να γεννάς μια ιδέα.
Το έχετε σκεφτεί; Είναι πολύ πιο εύκολο να καταστρέφεις, απ’ ό, τι να δημιουργείς. Να απορρίπτεις συλλήβδην, αντί να πιέζεις το μυαλό σου να δουλέψει. Στα χρόνια του μνημονίου άλλωστε, υπάρχει ο κίνδυνος να φορολογηθεί και η σκέψη, επομένως…
Η Γενιά του Πολυτεχνείου αποδείχτηκε η μοιραία γενιά για την Ελλάδα. Είχε την ευκαιρία να χτίσει από την αρχή, μια χώρα που αποζητούσε τη Δημοκρατία, την πρόοδο, την εθνική δημιουργία, διψούσε για ένα άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά. Ήταν η Γενιά που ανδρώθηκε στον πρόλογο της Μεταπολίτευσης, εκ των πραγμάτων λοιπόν μπορούσε να εμπνευστεί το κυρίως θέμα. Ώστε, να αποτραπεί ο δραματικός επίλογος που βιώνουμε σήμερα, ή μάλλον από εκείνο το ηλιόλουστο, ανοιξιάτικο μεσημέρι Παρασκευής στο Καστελόριζο, όταν ο 3ος Παπανδρέου που έγινε πρωθυπουργός, παρέδιδε τα κλειδιά της χώρας στους απογόνους των δανειστών της Απελευθέρωσης.
Ήταν η Γενιά που έζησε την Ελλάδα σε μια μεγάλη, φιλόξενη και ασφαλή αγκαλιά, όπως υπήρξε εκείνη της Ενωμένης Ευρώπης. Με τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, που… προίκισαν μεγαλοεργολάβους, μεγαλοεπιχειρηματίες, μεγαλοσυνδικαλιστές, μεγαλοπιασμένους γενικώς «παράγοντες του δημοσίου βίου», όπως μάθαμε να τους αποκαλούμε.
Μια Ελλάδα που, από «το δέκα το καλό», όπως ήταν όταν την έβαλε με το ζόρι στην ΕΟΚ ο (Εθνάρχης) Καραμανλής, κατάντησε φτωχός συγγενής, σχεδόν… βάρος για τους υπόλοιπους.
Στο ακυρωμένο πεπρωμένο της Γενιάς του Πολυτεχνείου, θα πρέπει να αναζητήσουμε την απαρχή των σημερινών δεινών μας. Εκεί μπολιάστηκε η κοινωνία με μια συλλογική νοοτροπία… κουτοπονηριάς. Παραβλέποντας την πολλάκις επιβεβαιωθείσα πραγματικότητα ότι, από τα δυο συνθετικά της λέξης, δεν επικρατεί το «πονηρός», αλλά το «κουτός».
Βλέποντας τις εικόνες από τις χθεσινά έκτροπα στην Αθήνα, συνειδητοποιείς ότι το ψυχοπλάκωμα δεν είναι αφηρημένη διήγηση, αλλά αυθόρμητο συναίσθημα που κατάντησε βίωμα στην Ελλάδα του σήμερα. Ένα νεαρό παιδί νεκρό, και στην επέτειο (αδόκιμος ο όρος) της δολοφονίας του, εκείνοι που συναθροίζονται μαζικά για να τιμήσουν τη μνήμη του, κάνουν ό, τι περνάει από το χέρι τους ώστε να σβήνουν το κεράκι της ανάμνησης της θυσίας του. Υποκλίνονται στη βία, ως ρυθμιστικό παράγοντα επίλυσης των διαφορών που υπάρχουν στο εσωτερικό μιας αχανούς και απρόσωπης κοινωνίας.
Η Γενιά του Πολυτεχνείου, είναι μια Γενιά με την οποία η Ιστορία θα είναι εξαιρετικά αυστηρή. Ενώ θα έπρεπε να είναι η ίδια, αυστηρή με τον εαυτό της. Και να μην επιταχύνει τη φθορά, αλλά να κινητροδοτεί την εθνική επανεκκίνηση.
Η Ελλάδα του 2010, η Ελλάδα της δεκαετίας που θα ξεκινήσει σε μερικές ημέρες, είναι μια χώρα σε βαθιά κρίση. Οικονομική, ηθική, κοινωνική. Κρίση προσανατολισμού, κρίση στοχοπροσήλωσης. Η Ελλάδα του ΔΝΤ, του κ. Στρος-Καν και του κ. Τόμσεν, είναι μια Ελλάδα που κινδυνεύει να χάσει γενιές. Εξαιτίας, μιας άλλης γενιάς, η οποία έμελλε να τραβήξει χειρόφρενο στη φυσική εξέλιξη της κοινωνίας: Να μην επιτρέψει στις γενιές που ακολουθούν, να γίνουν καλύτερες από εκείνη. Η γενιά αυτή, είναι η… χιλιοτραγουδισμένη Γενιά του Πολυτεχνείου. Η γενιά που… εξαργύρωσε τη θυσία και τα ιδανικά του Πολιυτεχνείου, με τίτλους, αξιώματα και πλούτο.
Δηλαδή, μια γενιά που είχε ένα ιδεώδες να υπηρετήσει, και κατάφερε να το μετατρέψει σε άσυλο συσσωρευμένης ανεπάρκειας: Να πυρπολήσουμε την Αθήνα, να κάψουμε, να καταστρέψουμε. Να παραλύσουμε την οικονομία. Να σκορπίσουμε τον φόβο. Ίσως για να καλύψουμε… τον δικό μας φόβο. Να καταργήσουμε τον διάλογο ανάμεσα στη Δημοκρατία και το μέλλον. Οι φωνές, ιδίως οι ακραίες, είναι πάντα περισσότερο εύγλωττες. Και πιο βολικές, από το να κουραστείς να αρθρώνεις επιχείρημα. Να γεννάς μια ιδέα.
Το έχετε σκεφτεί; Είναι πολύ πιο εύκολο να καταστρέφεις, απ’ ό, τι να δημιουργείς. Να απορρίπτεις συλλήβδην, αντί να πιέζεις το μυαλό σου να δουλέψει. Στα χρόνια του μνημονίου άλλωστε, υπάρχει ο κίνδυνος να φορολογηθεί και η σκέψη, επομένως…
Η Γενιά του Πολυτεχνείου αποδείχτηκε η μοιραία γενιά για την Ελλάδα. Είχε την ευκαιρία να χτίσει από την αρχή, μια χώρα που αποζητούσε τη Δημοκρατία, την πρόοδο, την εθνική δημιουργία, διψούσε για ένα άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά. Ήταν η Γενιά που ανδρώθηκε στον πρόλογο της Μεταπολίτευσης, εκ των πραγμάτων λοιπόν μπορούσε να εμπνευστεί το κυρίως θέμα. Ώστε, να αποτραπεί ο δραματικός επίλογος που βιώνουμε σήμερα, ή μάλλον από εκείνο το ηλιόλουστο, ανοιξιάτικο μεσημέρι Παρασκευής στο Καστελόριζο, όταν ο 3ος Παπανδρέου που έγινε πρωθυπουργός, παρέδιδε τα κλειδιά της χώρας στους απογόνους των δανειστών της Απελευθέρωσης.
Ήταν η Γενιά που έζησε την Ελλάδα σε μια μεγάλη, φιλόξενη και ασφαλή αγκαλιά, όπως υπήρξε εκείνη της Ενωμένης Ευρώπης. Με τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, που… προίκισαν μεγαλοεργολάβους, μεγαλοεπιχειρηματίες, μεγαλοσυνδικαλιστές, μεγαλοπιασμένους γενικώς «παράγοντες του δημοσίου βίου», όπως μάθαμε να τους αποκαλούμε.
Μια Ελλάδα που, από «το δέκα το καλό», όπως ήταν όταν την έβαλε με το ζόρι στην ΕΟΚ ο (Εθνάρχης) Καραμανλής, κατάντησε φτωχός συγγενής, σχεδόν… βάρος για τους υπόλοιπους.
Στο ακυρωμένο πεπρωμένο της Γενιάς του Πολυτεχνείου, θα πρέπει να αναζητήσουμε την απαρχή των σημερινών δεινών μας. Εκεί μπολιάστηκε η κοινωνία με μια συλλογική νοοτροπία… κουτοπονηριάς. Παραβλέποντας την πολλάκις επιβεβαιωθείσα πραγματικότητα ότι, από τα δυο συνθετικά της λέξης, δεν επικρατεί το «πονηρός», αλλά το «κουτός».
Βλέποντας τις εικόνες από τις χθεσινά έκτροπα στην Αθήνα, συνειδητοποιείς ότι το ψυχοπλάκωμα δεν είναι αφηρημένη διήγηση, αλλά αυθόρμητο συναίσθημα που κατάντησε βίωμα στην Ελλάδα του σήμερα. Ένα νεαρό παιδί νεκρό, και στην επέτειο (αδόκιμος ο όρος) της δολοφονίας του, εκείνοι που συναθροίζονται μαζικά για να τιμήσουν τη μνήμη του, κάνουν ό, τι περνάει από το χέρι τους ώστε να σβήνουν το κεράκι της ανάμνησης της θυσίας του. Υποκλίνονται στη βία, ως ρυθμιστικό παράγοντα επίλυσης των διαφορών που υπάρχουν στο εσωτερικό μιας αχανούς και απρόσωπης κοινωνίας.
Η Γενιά του Πολυτεχνείου, είναι μια Γενιά με την οποία η Ιστορία θα είναι εξαιρετικά αυστηρή. Ενώ θα έπρεπε να είναι η ίδια, αυστηρή με τον εαυτό της. Και να μην επιταχύνει τη φθορά, αλλά να κινητροδοτεί την εθνική επανεκκίνηση.
No comments:
Post a Comment