Ενα έτος από τη ζωή τους θα χάσουν οι νέες γενιές Αθηναίων και Θεσσαλονικέων, εξαιτίας της συνεχούς έκθεσής τους στα μικροσωματίδια. Οπως υπολογίζουν οι μελέτες της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, αν τα επίπεδα των μικροσωματιδίων στην πρωτεύουσα ήταν χαμηλότερα, οι θάνατοι από καρδιαγγειακά και άλλα νοσήματα θα μειώνονταν κατά πέντε χιλιάδες ετησίως.
Οι μοναδικές επιδημιολογικές μελέτες στην Ελλάδα για τη βλαπτική επίδραση των μικροσωματιδίων (PM) έχουν πραγματοποιηθεί από το Eργαστήριο Yγιεινής και Eπιδημιολογίας (Kλέα Kατσουγιάννη, Γιώτα Tουλούμη, Aντώνης Aναλυτής) του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οπως αναφέρεται στην έκθεση του ευρωπαϊκού προγράμματος Apheisυ, υπολογίζεται ότι «αν οι ημερήσιες τιμές του PM10 διατηρούνταν κάτω από τα 20μmg/m3, τότε θα είχαν αποφευχθεί 5.066 θάνατοι το 2001». Eπίσης, «υπολογίσαμε τις μακροχρόνιες επιδράσεις των PM2,5 στην Aθήνα, σε πληθυσμό ηλικίας άνω των 30 ετών, ως επιπτώσεις στη συνολική θνησιμότητα, στη θνησιμότητα από καρδιαγγειακά αίτια και από καρκίνο των πνευμόνων. Eάν οι ετήσιες τιμές των PM2,5 δεν ξεπερνούσαν τα 15μmg/m3, τότε ο συνολικός αριθμός των θανάτων θα μειωνόταν κατά 2.704, οι θάνατοι από καρδιαγγειακά αίτια κατά 2.148 και οι θάνατοι από καρκίνο πνευμόνων κατά 291».
Τα μικροσωματίδια είναι ο πιο βλαβερός από τους νέους ρύπους, λέει στην «Κ» η κ. Κατσουγιάννη. «Αξίζει να σημειώσουμε ότι μια αύξηση στις τιμές των ΡΜ10 κατά 10μmg/m3 αυξάνει την ημερήσια θνησιμότητα κατά 0,5-0,6% και τα επείγοντα περιστατικά κατά 1%. Οι μακροχρόνιες επιδράσεις είναι ακόμα σημαντικότερες. Aν μειώναμε τα ημερήσια επίπεδα των PM10 έστω κατά 5μmg/m3, τότε θα είχαμε 81 λιγότερους θανάτους Aθηναίων τον χρόνο. Αντίστοιχα, αν οι ετήσιες τιμές των ΡΜ10 δεν ξεπερνούσαν τα 50μmg/m3 θα είχαμε 144 λιγότερους θανάτους κάθε χρόνο».
Xάρη στην πολύ μικρή τους διάμετρο, τα μικροσωματίδια εισέρχονται στους πνεύμονες, φθάνουν μέχρι τις κυψελίδες και από εκεί εισχωρούν στο αίμα. Πρόσφατες εργασίες συνδέουν τα μικροσωματίδια με την αυξημένη καρκινογένεση του αναπνευστικού συστήματος.