O Βασίλης Τριανταφυλλίδης με τον Δήμαρχο Καλαμαριά Θ. Μποακογλίδη και τους Δημοτικούς Συμβούλους Χ. Αμπατζίδη και Στ. Ζαμπέτογλου
Στο «Πανποντιακό Πανοΰρ», για τους νεκρούς δεν κλαίνε, γλεντάνε αψάφωνα, Ποντιακά.
Ξαναζωντανεύουνε με την Άνοιξη, γι' αυτό γλεντάνε, τρώνε, πίνουνε, τραγουδάνε και χορεύουνε γύρω στα μνήματα, κι ο Πόντιος λυράρης: «Παίξον ρίζα μ’ παίξον».
Ούτε ένα δάκρυ δε στάζει τούτη τη μέρα, γιατί είναι αναστάσιμη κι όχι πονεμένη θύμηση. «Σο Πανποντιακό το Πανοΰρ ντο ίνεται σην Καλαμαρίαν, το Ποντιακόν τη χαράν με το τσιμπούσ’, τα τραγοδίας και τα χαρόντας, με το συνήθιον "Του Θωμά σα Ταφία". Και ν’ αϊλί σε ‘κείνον που κι θα έρται»
«Ελάτεν ας γιορτάζουμε
άμον ντ εποίναμ’ πρώτα
χαρεμέν’ κι αδελφωμέν’»
Το ποντιακό ταφικό «δρώμενο» γίνεται την Κυριακή στο Θωμά από την Αδελφότητα Κρωμναίων Καλαμαριάς στα Δημοτικά κοιμητήρια Καλαμαριάς. Πιστοί στις ρίζες, την παράδοση στις αλησμόνητες πατρίδες, οι Πόντιοι της Καλαμαριάς ξαναζωντανεύουνε τα παλιά ήθη και έθιμά τους.
Το «δρώμενο» ξεκίνησε από τους πολύ αρχαίους χρόνους, συνεχίστηκε στον Πόντο, κουβαλήθηκε στην Ελλάδα με τον ξεριζωμό. Την Κυριακή πρωί, μετά τη λειτουργία στο εκκλησάκι, στο Κοιμητήρι, γίνεται το δρώμενο «τα ταφία», γιορτή για νεκρούς, που ξεκινά από τη βαθιά αρχαιότητα κι είναι φλόγα στις ποντιακές ψυχές που η παράδοση δεν τη σβήνει.
Το ποντιακό ταφικό έθιμο βρίσκουμε σε αττική λευκή λήκυθο, στα 440 περίπου π.Χ. Ξεχώθηκε σε αρχαιολογικές ανασκαφές στην Ερέτρια. Εικονίζεται επίσκεψη σε τάφο, μια από τις πιο αγαπημένες σκηνές για λευκές ληκύθους που κείνη την εποχή η χρήση τους ήταν αποκλειστικά ταφική. Η ανδρική μορφή είναι νέος που χάθηκε πρόωρα κι η γυναίκα καταθέτει στον τάφο του κάνιστρο με προσφορές.
Με λάβαρα, σημαίες, πανέρια με κόκκινα αβγά, τσουρέκια, η πομπή στο Κοιμητήρι, όπου πάνω στην ταφόπετρα απλώνεται καθαρό άσπρο τραπεζομάντιλο με διάφορους μεζέδες, αβγά, τσουρέκια, ούζο. Ο παπάς κάνει τρισάγιο, πίνει ούζο κι εύχεται «ο Θεός να σχωρά τον». Καθώς απαντέχουνε τον παπά «Επαρ τα’ οβό σ’ και έλα ας τσουκρίζομε ους να έρται ο παπάς...».
Παινεύουνε το νεκρό, τρωγοπίνουνε και με λύρες τραγουδάνε. Ξεφάντωμα με ποντιακούς χορούς, τραγούδια, που συνοδεύει κεμεντζές. «Χάϊντε κεμεντζετσή, Λελέβω τη χερία σ’ το τσάκωμα, παίξον κεμεντζέ κι ας ξύουμεσ σον χορόν».
Στην αρχαιότητα, που οι νεκροί θάβονταν ή καίγονταν, είχανε την εθιμολατρεία που λεγότανε περίδειπνο ή επικήδεια εστίαση. Στο νιοσκαμένο ταφικό χώμα συνηθίζουνε να σπέρνουνε στάρι. Οταν αυτό φύτρωνε και μεγάλωνε, μετά οχτώ μήνες, ξέσπαγε ο πόνος και τότε πηγαίνανε στον τάφο, κάνανε την επικήδεια εστίαση, όπου παινεύανε το νεκρό με εγκώμια. Φίλοι και συγγενείς που είχε ο νεκρός, οι «συνδειπνούντες», μνημονεύανε τον αποθαμένο και τον εγκωμιάζανε.
Για όσα δε θα ξεχάσουμε ποτέ...
«Του Θωμά σα Ταφία» στην Καλαμαριά οι Πόντιοι γιορτάζουνε, καθώς θυμούνται τις «αλησμόνητες» πατρίδες και τους αγαπημένους νεκρούς τους. Αλησμόνητες πατρίδες στον Πόντο είναι: Τραπεζούντα, Σούρμενα, Κερασούντα, Σινώπη, Αμισός, Σάντα Κωτύωρα, Τρίπολη, Ριζούντα, Αργυρούπολη, Πουλαντσάκη, Οινόη, Νικόπολη, Ινέπολη, Σεβάστεια, Οφις, Αμάσεια, Ματσούκα. Κι ο Ελληνικός Πόντος θα ζει πάντα σα θρύλος στις ελληνικές γενιές που έρχονται.
Ο Τραπεζούς Χρύσανθος γράφει στο «Αρχείον του Πόντου» (τόμος 4ος-5ος): «Υπό την ένοχον αδιαφορίαν της χριστανικής Δύσεως εν έτει 1453 έπεσεν η Κωνσταντινούπολις και εν έτει 1461 η Τραπεζούς και κατεστράφη ολόκληρος ακμαίος πολιτισμός. Τη ενόχω συνεργία δυο μεγάλων χριστιανικών Δυνάμεων της Δύσεως της Γερμανίας και της Αυστρίας κατά τα έτη 1914-1918 εσφάγη υπό των Νεότουρκων ολόκληρον το έθνος το Αρμενικόν και εκατοντάδες χιλιάδων Ελλήνων βιαίως απεσπάσθησαν από των εστιών αυτών και απέθανον εν τη εξορία. Τη ενόχω συνεργία των συμμάχων χριστιανικών Δυνάμεων της Δύσεως, κατά τα έτη 1919-1922 το εθνικόν κίνημα των Τούρκων του Μουσταφά Κεμάλ πασά συνεπλήρωσε το έργον των Νεότουρκων κατά εκατοντάδες απηγχονίζοντο Έλληνες κληρικοί και πρόκριτοι του Πόντου...».
|
Η δεύτερη και η τέταρτη γενιά "μακρά ασήν Πατρίδαν"
Ενάμισι εκατομμύριο ξεριζωμένους ρίξανε στη θάλασσα στην τελευταία τραγωδία και oι πρόσφυγες, ματωμένοι, κυνηγημένοι, με πόνο στην ψυχή και φρίκη από τη σφαγή στα μάτια, μετρούσανε τις ρίζες και τα βλαστάρια που χάσανε, ήρθανε να ριζώσουνε σε καινούρια χώματα με τον Πόντο πάντα, όμως, ολοζώντανο στο μυαλό και στην καρδιά τους.
No comments:
Post a Comment